«Σχετικά με τον αδικαιολόγητο, από κάθε άποψη, θόρυβο που προκλήθηκε για το άρθρο 68 παρ. 3 του Νόμου 4139/2013 που προβλέπει ότι «δεν συνιστά δωροδοκία η απλή υλική παροχή προς έκφραση ευγνωμοσύνης» και παρότι δεν υπάρχει καν τρίχα για να γίνει τριχιά διευκρινίζουμε – έστω και εκ περισσού – τα εξής:
* Το άρθρο αυτό ψηφίστηκε από τη Βουλή των Ελλήνων με ομοφωνία των κομμάτων, πλην ενός που δήλωσε «παρών» και ενός άλλου που δεν συμμετέσχε καν στη διαδικασία ψήφισης του νομοσχεδίου.
* Η εν λόγω διάταξη έχει πιο στενά όρια και από αυτά που έχει ήδη δεχθεί
ο Άρειος Πάγος (απόφαση 540/1990) αλλά και όσα ασπάζεται η πλούσια θεωρία της ποινικής επιστήμης.
* Παρότι είναι προφανές, ότι η διάταξη αυτή αναφέρεται αποκλειστικά σε δώρο συμβολικής αξίας, όπως βιβλία, στυλογράφους, κ.α. και όχι σε δώρα ιδιαίτερης αξίας πόσο μάλλον σε χρηματική καταβολή, εντούτοις επιχειρήθηκε – για ποιούς λόγους άραγε;- η μετατόπιση του δημοσίου ενδιαφέροντος από το σημαντικό στο ασήμαντο και έτσι παρεμποδίζεται ίσως η κοινωνία από το να γνωρίσει, ότι για πρώτη φορά :
α) Καθίσταται υποχρεωτική η επιβολή χρηματικής ποινής στο 50πλάσιο του ωφελήματος (φακελάκι) που αποκόμισε ο δημόσιος λειτουργός, εκμεταλλευόμενος τη θέση του και την ανάγκη του πολίτη.
β) Διευρύνεται ο κύκλος των δημοσίων υπαλλήλων και αυτών του ευρύτερου δημόσιου τομέα που διασπάθισαν δημόσιο χρήμα ως προς τον κακουργηματικό χαρακτήρα της πράξης διαφθοράς και την επιβολή αυστηρότερης ποινής.
γ) Εισάγονται γι’ αυτούς διατάξεις για την ταχεία εκδίκαση υποθέσεων κακουργηματικού χαρακτήρα, όπως ακριβώς ισχύει και στην περίπτωση των κρατικών αξιωματούχων.
δ) Παρέχεται στις ανακριτικές αρχές το δικαίωμα άρσης κάθε απορρήτου, τραπεζικού, φορολογικού, χρηματιστηριακού, όπως επίσης και δέσμευσης λογαριασμών.
ε) Θεσμοθετείται για πρώτη φορά θέση εισαγγελέα κατά της διαφθοράς.
Τέλος σε ό, τι αφορά άλλους αυτοεμπλεκόμενους – προφανώς για λόγους αυτοπροβολής- στην ανάδειξη του ανύπαρκτου, αντί να αποφαίνονται σπουδαιοφανώς, είναι προτιμότερο να γνωρίζουν τί ορίζει ο νόμος και τί αποδέχεται η νομολογία».
* Το άρθρο αυτό ψηφίστηκε από τη Βουλή των Ελλήνων με ομοφωνία των κομμάτων, πλην ενός που δήλωσε «παρών» και ενός άλλου που δεν συμμετέσχε καν στη διαδικασία ψήφισης του νομοσχεδίου.
* Η εν λόγω διάταξη έχει πιο στενά όρια και από αυτά που έχει ήδη δεχθεί
ο Άρειος Πάγος (απόφαση 540/1990) αλλά και όσα ασπάζεται η πλούσια θεωρία της ποινικής επιστήμης.
* Παρότι είναι προφανές, ότι η διάταξη αυτή αναφέρεται αποκλειστικά σε δώρο συμβολικής αξίας, όπως βιβλία, στυλογράφους, κ.α. και όχι σε δώρα ιδιαίτερης αξίας πόσο μάλλον σε χρηματική καταβολή, εντούτοις επιχειρήθηκε – για ποιούς λόγους άραγε;- η μετατόπιση του δημοσίου ενδιαφέροντος από το σημαντικό στο ασήμαντο και έτσι παρεμποδίζεται ίσως η κοινωνία από το να γνωρίσει, ότι για πρώτη φορά :
α) Καθίσταται υποχρεωτική η επιβολή χρηματικής ποινής στο 50πλάσιο του ωφελήματος (φακελάκι) που αποκόμισε ο δημόσιος λειτουργός, εκμεταλλευόμενος τη θέση του και την ανάγκη του πολίτη.
β) Διευρύνεται ο κύκλος των δημοσίων υπαλλήλων και αυτών του ευρύτερου δημόσιου τομέα που διασπάθισαν δημόσιο χρήμα ως προς τον κακουργηματικό χαρακτήρα της πράξης διαφθοράς και την επιβολή αυστηρότερης ποινής.
γ) Εισάγονται γι’ αυτούς διατάξεις για την ταχεία εκδίκαση υποθέσεων κακουργηματικού χαρακτήρα, όπως ακριβώς ισχύει και στην περίπτωση των κρατικών αξιωματούχων.
δ) Παρέχεται στις ανακριτικές αρχές το δικαίωμα άρσης κάθε απορρήτου, τραπεζικού, φορολογικού, χρηματιστηριακού, όπως επίσης και δέσμευσης λογαριασμών.
ε) Θεσμοθετείται για πρώτη φορά θέση εισαγγελέα κατά της διαφθοράς.
Τέλος σε ό, τι αφορά άλλους αυτοεμπλεκόμενους – προφανώς για λόγους αυτοπροβολής- στην ανάδειξη του ανύπαρκτου, αντί να αποφαίνονται σπουδαιοφανώς, είναι προτιμότερο να γνωρίζουν τί ορίζει ο νόμος και τί αποδέχεται η νομολογία».
πηγή: stithoskopio